- αγροβατης
- ἀγροβάτηςἀγρο-βάτης2бродящий в полях
(Κύκλωψ Eur. - v. l. к ἀγροβότης)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(Κύκλωψ Eur. - v. l. к ἀγροβότης)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
αγροβάτης — Μικρό ωδικό πτηνό που μοιάζει με τον κορυδαλλό. Ζει σε άγονες περιοχές της νότιας Ευρώπης και της βόρειας Αφρικής. Ο α. ζει και στην Ελλάδα … Dictionary of Greek